bom
ˈbõ

adjetivo
1.
καλός
a comida está boa
το φαγητό είναι καλό
anda em boa companhia
έχει καλές παρέες
boas e más colheitas
καλές και κακές σοδειές
boa viagem!
καλό ταξίδι!
bom rapaz
καλό παιδί
bom vinho
καλό κρασί
comprou um bom carro
αγόρασε ένα καλό αμάξι
correr é bom para a saúde
το τρέξιμο είναι καλό για την υγεία
desejo-te boas férias
σου εύχομαι καλές διακοπές
é boa pessoa
είναι καλός άνθρωπος
é bom marinheiro
είναι καλός ναυτικός
é bom que venhas cedo!
καλό είναι να έρθεις νωρίς!
ela é muito boa
αυτή είναι πολύ καλή
era bom que ele conseguisse vir connosco!
καλό θα ήταν να μπορούσε να έρθει μαζί μας
estas maçãs são boas
αυτά τα μήλα είναι καλά
este café é bem bom
αυτός ο καφές είναι πολύ καλός
este casaco ainda está em bom estado
αυτό το σακάκι είναι ακόμα σε καλή κατάσταση
é um bom livro
είναι ένα καλό βιβλίο
fazer boas ações
κάνω καλές πράξεις
fiz um bom negócio
έκανα καλή μπίζνες
hoje está bom tempo
σήμερα κάνει καλό καιρό
o empreendimento começou sob bons augúrios
το εγχείρημα ξεκίνησε κάτω από καλούς οιωνούς
ser de boa família
είμαι από καλή οικογένεια
ter boas maneiras
έχω καλούς τρόπους
ter boas notas
έχω καλούς βαθμούς
ter bom coração
έχω καλή καρδιά
teve bons resultados nos exames
είχε καλά αποτελέσματα στις εξετάσεις
uma mulher boa
μια καλή γυναίκα
um bom ator
ένας καλός ηθοποιός
um bom hotel
ένα καλό ξενοδοχείο
um bom pai
ένας καλός πατέρας
um homem bom
ένας καλός άνθρωπος
2.
ωραίος
bom cheiro
ωραία μυρωδιά
bom trabalho
ωραία δουλειά
está bom tempo para ir para a praia
κάνει ωραίο καιρό για παραλία
esta comida tem bom aspeto
αυτό το φαγητό έχει ωραία όψη
foram bons tempos
ήταν ωραίοι καιροί
obrigado pelas suas boas palavras
ευχαριστώ για τα ωραία σας λόγια
passou-lhe um bom raspanete
τον περιέλουσε με μια ωραία κατσάδα
3.
κατάλληλος
água boa para beber
νερό κατάλληλο προς πόση
comida boa para os animais
τροφή κατάλληλη για τα ζώα
é boa altura para falar disso
είναι κατάλληλη στιγμή για να μιλήσουμε γι' αυτό
esta faca é boa para cortar legumes
αυτό το μαχαίρι είναι κατάλληλο για να κόβεις λαχανικά
este medicamento é bom para as dores
αυτό το φάρμακο είναι κατάλληλο για τους πόνους
4.
σωστός
estar no bom caminho
είμαι στο σωστό δρόμο
falar em bom português
μιλώ σωστά πορτογαλικά
uma boa decisão
μια σωστή απόφαση
5.
σημαντικός, γερός
com a venda, arrecadou uma boa maquia
με την πώληση, εισέπραξε ένα σημαντικό ποσό
recebeu um bom aumento de ordenado
πήρε μια γερή αύξηση στο μισθό του
6.
γερός
ganhar bom dinheiro
κερδίζω γερά λεφτά
uma boa dose de casmurrice
μια γερή δόση πείσματος
7.
εύκολος
pessoa de bom trato
άτομο εύκολο στη συναναστροφή
problema de boa resolução
πρόβλημα με εύκολη λύση
8.
coloquial καλοκαμωμένος, καλλίγραμμος
a namorada dele é bem boa!
η φίλη του είναι πράγματι καλοκαμωμένη!
9.
αρκετός, κάμποσος
ainda me faltam uns bons capítulos para acabar o livro
μου λείπουν ακόμα αρκετά κεφάλαια για να τελειώσω το βιβλίο
já não vamos ao Porto há uns bons anos
δεν πάμε στο Πόρτο εδώ και αρκετά χρόνια
o acidente custou-lhe um bom dinheiro
το ατύχημα του στοίχισε κάμποσα χρήματα
o sismo durou uns bons segundos
ο σεισμός κράτησε κάμποσα δευτερόλεπτα
10.
περισσότερος
ele esperou uma boa hora
αυτός περίμενε περισσότερο από μια ώρα
fiquei uns bons vinte minutos à espera
κάθισα και περίμενα περισσότερο από είκοσι λεπτά
nome masculino
1.
καλός
às vezes, os bons são os que mais sofrem
καμιά φορά, οι καλοί είναι αυτοί που υποφέρουν περισσότερο
os bons e os maus
οι καλοί και οι κακοί
2.
καλό neutro
o bom é que...
το καλό είναι ότι...
teve um bom a matemática
gíria είχε ένα 'καλό' στα μαθηματικά
interjeição
1.
ωραία, καλά
bom, assim é melhor!
ωραία, έτσι είναι καλύτερα!
bom, então está combinado
ωραία, τα κανονίσαμε λοιπόν
2.
ε λοιπόν
bom, não sei que te diga!
ε λοιπόν, δεν ξέρω τι να σου πω!
3.
ας είναι
bom, ao menos temos água em quantidade
ας είναι, τουλάχιστο έχουμε αρκετό νερό
Ano Bom
Nέο Έτος, Πρωτοχρονιά
às boas
φιλικά, χωρίς καυγά
boa!
μπράβο!, πολύ ωραία!
passaste no exame? boa!
πέρασες στην εξέταση; πολύ ωραία! boa noite!
καληνύχτα!
boa tarde!
καλησπέρα!
bom dia!
καλημέρα!
bom génio
καλός χαρακτήρας
bom homem
καλοκάγαθος άνθρωπος
bom humor
ευδιαθεσία
bom pagador
καλοπληρωτής
bons ares
ευεργετικό κλίμα
(provérbio) chega-te aos bons e serás um deles
μ' όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις
custar bom dinheiro
κοστίζω πολλά
do bom e do melhor
και του πουλιού το γάλα
comer do bom e do melhor
τρώω και του πουλιού το γάλα ela está boa?
αυτή είναι καλά;
ele está bom?
αυτός είναι καλά;
era bom de mais para ser verdade
παραήταν καλό για να είναι αλήθεια
era bom, mas acabou-se
παραήταν καλό για να κρατήσει
está bom/boa?
είστε καλά;
estar bom/boa
είμαι κατάλληλος προς βρώση
esse queijo já não está bom
αυτό το τυρί δεν είναι πια κατάλληλο προς βρώσηisto não está bom
αυτό δεν είναι κατάλληλο προς βρώση estar bom (de alguma coisa)
γίνομαι καλά (από κάτι)
eu já estou bom/boa da constipação
έγινα πια καλά από το κρυολόγημαjá estou bom da dor de cabeça
έγινα καλά από τον πονοκέφαλο estás bom/boa?
είσαι καλά;
(provérbio) o ótimo é inimigo do bom
όσο περισσότερο σκαλίζεις κάτι, περισσότερο το χαλάς
que bom!
τι ωραία!
que bom que...
ωραία που...
que bom que é estar de férias!
ωραία που είναι να είμαι σε διακοπές! ter boa saúde
είμαι υγιής
vir às boas
συμβιβάζομαι
Outros exemplos de uso

Os seguintes exemplos foram recolhidos da Base Terminológica da União Europeia (IATE) e não representam a opinião dos editores da infopedia.pt.
- FINANCEbom fimelυπό τον όρο της τελικής πληρωμής
- leisure / culture and religionBom Natal / Feliz NatalelΚαλά Χριστούγεννα
Download IATE, European Union, 2023
Partilhar
Como referenciar 
bom – no Dicionário infopédia de Português - Grego [em linha]. Porto Editora. Disponível em https://www.infopedia.pt/dicionarios/portugues-grego/bom [visualizado em 2025-07-13 12:49:08].
antónimos
veja também
Provérbios
- A bom bocado bom grito ou bom suspiro.
- A bom capelão, melhor sacristão.
- A bom entendedor, meia palavra basta.
ver+
Citações
- "Não estimes o dinheiro nem mais nem menos do que ele vale; é um bom servidor e um péssimo amo."Alexandre Dumas (filho)
- "Um bom livro é um bom amigo."Bernardin de Saint-Pierre
ver+
Outros exemplos de uso

Os seguintes exemplos foram recolhidos da Base Terminológica da União Europeia (IATE) e não representam a opinião dos editores da infopedia.pt.
- FINANCEbom fimelυπό τον όρο της τελικής πληρωμής
- leisure / culture and religionBom Natal / Feliz NatalelΚαλά Χριστούγεννα
Download IATE, European Union, 2023
Partilhar
Como referenciar 
bom – no Dicionário infopédia de Português - Grego [em linha]. Porto Editora. Disponível em https://www.infopedia.pt/dicionarios/portugues-grego/bom [visualizado em 2025-07-13 12:49:08].