hilaridade ou hilariedade?

ver mais

à última hora ou à última da hora?

ver mais

tiles ou tis?

ver mais

à parte ou aparte?

ver mais

gratuito ou gratuíto?

ver mais

favoritos
dis.pen.sar separador fonéticadiʃpẽˈsar

conjugação

verbo transitivo
1.
απαλλάσσω [de, από]
dispensar (alguém) do serviço militar
απαλλάσσω (κάποιον) από τη στρατιωτική θητεία
dispensaram-no da comparência no julgamento
τον απάλλαξαν από την προσέλευση στη δίκη
o treinador não o queria dispensar do treino
ο προπονητής δεν ήθελε να τον απαλλάξει από την προπόνηση
presenciar a cena dispensou-me de fazer conjeturas
το ότι παρευρέθηκα στη σκηνή με απάλλαξε από το να κάνω υποθέσεις
2.
δεν χρειάζομαι, κάνω χωρίς
eu dispenso lisonjas
δεν χρειάζομαι κολακείες
dispenso a tua ajuda
κάνω χωρίς τη βοήθειά σου
dispenso a tua opinião
δεν χρειάζομαι τη γνώμη σου
dispenso a vossa companhia
κάνω και χωρίς την παρέα σας
não dispenso o café a seguir ao almoço
δεν κάνω χωρίς τον καφέ μετά το φαγητό
3.
κάνω περιττό
aquela informação dispensava qualquer pergunta
εκείνη η πληροφορία έκανε περιττή οποιαδήποτε ερώτηση
aquele olhar dispensava palavras
εκείνο το βλέμμα έκανε τα λόγια περιττά
imagens que dispensam explicações
εικόνες που κάνουν τις εξηγήσεις περιττές
4.
επιτρέπω να αποχωρήσει
o juiz dispensou a testemunha
ο δικαστής επέτρεψε στο μάρτυρα να αποχωρήσει
o oficial dispensou o soldado
ο αξιωματικός έπετρεψε στο στρατιώτη να αποχωρήσει
5.
απολύω
alguns empregados foram dispensados
μερικοί υπάλληλοι απολύθηκαν
o patrão disse-lhe que o dispensava
το αφεντικό του είπε ότι τον απέλυε
6.
παραχωρώ
dispensar favores/privilégios
παραχωρώ χάρες/προνόμια
dispensar um sorriso (a alguém)
παραχωρώ ένα χαμόγελο (σε κάποιον)
não te posso dispensar mais tempo
δεν μπορώ να σου παραχωρήσω κι άλλο χρόνο
7.
δανείζω
dispensas-me o carro por algumas horas?
μου δανείζεις το αμάξι για λίγες ώρες;
não te posso dispensar mais de 100 euros
δεν μπορώ να σου δανείσω πάνω από 100 ευρώ
8.
παρέχω
dispensar atenções (a alguém)
παρέχω περιποιήσιες (σε κάποιον)
dispensou-nos um cálido acolhimento
μας παρέσχε μια θερμή υποδοχή
9.
δίνω, παρέχω
dispensar ajuda
δίνω βοήθεια
dispensar atenção (a alguém)
δίνω προσοχή (σε κάποιον)
dispensou-me alojamento em sua casa
μου παρέσχε κατάλυμα στο σπίτι του
dispensou-nos os meios para realizarmos a festa
μας παρέσχε τα μέσα για να κάνουμε το πάρτι

Outros exemplos de uso

Os seguintes exemplos foram recolhidos da Base Terminológica da União Europeia (IATE) e não representam a opinião dos editores da infopedia.pt.
  • EMPLOYMENT AND WORKING CONDITIONS
    dispensar de controlo
    el
    απαλλαγή από την υποχρέωση της υπογραφής
  • justice
    dispensar de prestar juramento
    el
    απαλλάσσω από την όρκιση
  • Procedural law
    dispensar a testemunha de prestar juramento
    el
    απαλλάσσω τον μάρτυρα απó την óρκιση
  • EU customs procedure
    dispensar o declarante da apresentação das mercadorias na alfândega
    el
    απαλλάσσω τον διασαφιστή από την υποχρέωση προσκόμισης των εμπορευμάτων στο τελωνείο
  • FINANCE
    dispensar a apresentação de um documento por ocasião do cumprimento das formalidades aduaneiras
    el
    δεν απαιτώ την προσκόμιση εγγράφου κατά τη διεξαγωγή των τελωνειακών διατυπώσεων
Download IATE, European Union, 2023
Partilhar
  • partilhar whatsapp
Como referenciar
Porto Editora – dispensar no Dicionário infopédia de Português - Grego [em linha]. Porto: Porto Editora. [consult. 2024-12-03 04:30:46]. Disponível em
palavras parecidas

Outros exemplos de uso

Os seguintes exemplos foram recolhidos da Base Terminológica da União Europeia (IATE) e não representam a opinião dos editores da infopedia.pt.
  • EMPLOYMENT AND WORKING CONDITIONS
    dispensar de controlo
    el
    απαλλαγή από την υποχρέωση της υπογραφής
  • justice
    dispensar de prestar juramento
    el
    απαλλάσσω από την όρκιση
  • Procedural law
    dispensar a testemunha de prestar juramento
    el
    απαλλάσσω τον μάρτυρα απó την óρκιση
  • EU customs procedure
    dispensar o declarante da apresentação das mercadorias na alfândega
    el
    απαλλάσσω τον διασαφιστή από την υποχρέωση προσκόμισης των εμπορευμάτων στο τελωνείο
  • FINANCE
    dispensar a apresentação de um documento por ocasião do cumprimento das formalidades aduaneiras
    el
    δεν απαιτώ την προσκόμιση εγγράφου κατά τη διεξαγωγή των τελωνειακών διατυπώσεων
Download IATE, European Union, 2023
Artigos
ver+
Partilhar
  • partilhar whatsapp
Como referenciar
Porto Editora – dispensar no Dicionário infopédia de Português - Grego [em linha]. Porto: Porto Editora. [consult. 2024-12-03 04:30:46]. Disponível em

hilaridade ou hilariedade?

ver mais

à última hora ou à última da hora?

ver mais

tiles ou tis?

ver mais

à parte ou aparte?

ver mais

gratuito ou gratuíto?

ver mais