Bom Português

hilaridade ou hilariedade?

ver mais

à última hora ou à última da hora?

ver mais

tiles ou tis?

ver mais

à parte ou aparte?

ver mais

gratuito ou gratuíto?

ver mais

favoritos
fra.coseparador fonéticaˈfraku
adjetivo
1.
αδύναμος, ασθενικός
as pernas fracas dum velho
τα αδύναμα πόδια ενός γέροντα
é de fraca constituição
έχει ασθενική κράση
está com os músculos fracos
έχει αδύναμους μύες
o doente está melhor, mas ainda está fraco
ο ασθενής είναι καλύτερα, μα είναι ακόμα αδύναμος
2.
αδύναμος, αδύνατος, ασθενής
o coração dele está fraco
η καρδιά του είναι αδύναμη
tem a vista fraca, precisa de óculos
έχει αδύνατη όραση, χρειάζεται γυαλιά
tem uma fraca memória
έχει ασθενή μνήμη
3.
αδύναμος, αδύνατος, ασθενικός, ασθενής
esta lâmpada é fraca, dá pouca claridade
αυτή η λάμπα είναι αδύναμη, δίνει λίγο φως
luz fraca
αδύνατο φως
vento fraco
ασθενής άνεμος
voz fraca
ασθενική φωνή
4.
αδύναμος, αδύνατος, μαλθακός
espírito fraco
αδύναμο πνεύμα
pessoa de carácter fraco
άνθρωπος με μαλθακό χαρακτήρα
5.
αδύναμος, αδύνατος, ασθενής, υποτονικός, άτονος
atividade fraca
υποτονική δραστηριότητα
fracas desculpas
ασθενείς δικαιολογίες
manifestar fracos protestos
προβάλλω αδύναμες διαμαρτυρίες
6.
αδύνατος
este café está fraco
αυτός ο καφές είναι αδύνατος
um licor/vinho fraco
ένα αδύνατο λικέρ/κρασί
7.
αδύνατος, μέτριος
aluno fraco a matemática
μαθητής αδύνατος στα μαθηματικά
8.
υποδεέστερος, μέτριος
a sua escrita é fraca
το γράψιμό του είναι μέτριο
9.
λεπτός
a prateleira era fraca de mais, e não aguentou o peso
το ράφι ήταν υπερβολικά λεπτό, και δεν άντεξε το βάρος
10.
μικρόψυχος, λιγόψυχος, δειλός
ele é um fraco soldado
αυτός είναι ένας μικρόψυχος στρατιώτης
11.
λιγοστός, υποτονικός
a exposição despertou fraco interesse por parte do público
η έκθεση προκάλεσε υποτονικό ενδιαφέρον στο κοινό
12.
λιγοστός, ελάχιστος
há fracas probabilidades de sucesso
υπάρχουν λιγοστές πιθανότητες επιτυχίας
os seus ganhos foram fracos
τα κέρδη του ήταν λιγοστά
só me restam fracas esperanças
μου απέμειναν μόνο ελάχιστες ελπίδες
nome masculino, feminino
1.
αδύνατος
uniu-se aos fracos para combater os fortes
ενώθηκε με τους αδυνάτους για να πολεμήσει τους δυνατούς
2.
μαλθακός, αδύνατος
ela é uma fraca
αυτή είναι μαλθακή
nome masculino
1.
αδυναμία feminino
a ópera é o seu fraco
η όπερα είναι η αδυναμία του
2.
αδύνατο σημείο neutro, ασθενές σημείο neutro
ele esconde bem os seus fracos
αυτός κρύβει καλά τα αδύνατα σημεία του
explorar os fracos (de alguém)
εκμεταλλεύομαι τα αδύνατα σημεία (κάποιου)
(provérbio) dos fracos não reza a história
η Ιστορία δε μνημονεύει τους αδυνάτους, τους αδυνάτους τους αφανίζει η λήθη
fazer fraca figura
γίνομαι αξιοθρήνητος
fraca consolação
μαύρη παρηγοριά
(não) dar parte de fraco
(δεν) υποκύπτω, (δεν) το βάζω κάτω
ponto fraco
αδύνατο σημείο, ασθενές σημείο
sexo fraco
ασθενές φύλο
ter um fraco (por alguém)
έχω αδυναμία (σε κάποιον)

Outros exemplos de uso

Os seguintes exemplos foram recolhidos da Base Terminológica da União Europeia (IATE) e não representam a opinião dos editores da infopedia.pt.
  • meteorology
    vento fraco
    el
    ασθενής άνεμος
  • industrial structures
    lixívia fraca / licor fraco / licor fraco diluído
    el
    απόνερα χαμηλής πυκνότητας
  • building and public works
    ponto fraco
    el
    ασθενής θέσις
  • ácido fraco
    el
    ασθενές οξύ
  • POLITICS / cooperation policy / international balance
    Estado fraco
    el
    εξασθενημένο κράτος
  • earth sciences / life sciences
    ressalto fraco
    el
    ασθενές άλμα
  • defence / SOCIAL QUESTIONS / international security
    pseudónimo fraco
    el
    ασθενές ψευδώνυμο
  • communications
    área com fraco tráfego postal
    el
    περιοχή περιορισμένης ταχυδρομικής κίνησης
  • ENERGY
    fraco teor em matéria volátil
    el
    χαμηλή περιεκτικότητα σε πτητικά συστατικά
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    peixe de fraco valor económico
    el
    ψάρι χαμηλής αξίας
  • beverage
    cerveja de fraco extrato primitivo
    el
    ελαφριά μπίρα, ζύθος ελαφρύς
  • land transport / TRANSPORT / technology and technical regulations
    ponto de suspensão de fraco atrito
    el
    άρθρωση με χαμηλό συντελεστή τριβής
  • medical science
    cigarro com fraco teor de alcatrão
    el
    τσιγάρο με χαμηλή περιεκτικότητα σε πίσσα
  • land transport
    ponto de suspensão de fraco atrito
    el
    άρθρωση με χαμηλό συντελεστή τριβής
  • chemistry
    a solução em água é um ácido fraco
    el
    το υδατικό διάλυμα είναι ασθενές οξύ
  • information technology and data processing
    método fraco de resolução de problemas
    el
    επίλυση προβλημάτων ανεξάρτητα από πεδίο, μέθοδος γενικής εφαρμογής, ισχνή μέθοδος επίλυσης προβλημάτων
  • ENERGY
    hulha com fraco teor em matérias voláteis
    el
    άνθρακας χαμηλής περιεκτικότητας σε πτητικά
  • ENVIRONMENT
    a hipersiderémia é compensada pelo fraco volume plasmático
    el
    ένας μικρός όγκος πλάσματος εξισσοροπεί την υπερβολική ποσότητα του σιδήρου στο αίμα
  • industrial structures / technology and technical regulations
    lã fraca
    el
    ευαίσθητο-αδύνατο μαλλί
  • industrial structures
    pele vazia / pele fraca
    el
    τζούφιο δέρμα
  • base fraca
    el
    ασθενής βάση
  • FINANCE
    moeda fraca
    el
    ασθενές νόμισμα
  • ECONOMICS
    fraca procura
    el
    εξασθένηση της ζήτησης, χαμηλή ζήτηση
  • electronics and electrical engineering
    soldadura fraca / brasagem fraca
    el
    μαλακή συγκόλληση
  • iron, steel and other metal industries / industrial structures
    impressão fraca / impressão pouco percetível
    el
    ασαφής αποτύπωση
  • information technology and data processing
    restrição fraca
    el
    ισχνός περιορισμός
  • electronics and electrical engineering
    correntes fracas
    el
    φωτορεύμα
  • electronics and electrical engineering / chemical compound
    água amoniacal fraca
    el
    πτωχό αμμωνιακό ύδωρ
  • iron, steel and other metal industries
    aço de baixa liga / aço fracamente ligado
    el
    χαλυβδορκάματα χαμηλών προσθετών
  • iron, steel and other metal industries
    junta de brasagem fraca
    el
    μαλακή συγκόλληση, μαλακή ένωση
  • electronics and electrical engineering / mechanical engineering
    motor de fraca potência
    el
    κινητήρας χαμηλής ισχύος
  • iron, steel and other metal industries
    aços fracamente ligados
    el
    ελαφρώς κεκραμένοι χάλυβες
  • earth sciences
    plasma de fraca pressão
    el
    πλάσμα χαμηλής πίεσης
  • electronics and electrical engineering
    ganho para sinais fracos
    el
    κέρδος ασθενούς σήματος
  • iron, steel and other metal industries
    lâmpada de brasagem fraca
    el
    λυχνία μαλακής συγκόλλησης
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    fraca propagação de chama
    el
    χαμηλή εξάπλωση φλόγας, περιορισμένη διάδοση φλόγας
  • ECONOMICS / social sciences
    classe de fracos recursos
    el
    οικονομικά αδύνατος
  • iron, steel and other metal industries
    vareta para brasagem fraca
    el
    βέργα συγκόλλησης
  • industrial structures
    mistura de fraca qualidade
    el
    μίγμα κακής ποιότητας
  • iron, steel and other metal industries
    lingote para brasagem fraca
    el
    χελώνα μαλακής συγκόλλησης
  • information technology and data processing
    sistema fracamente acoplado
    el
    σύστημα χαλαρής ζεύξης
  • electronics and electrical engineering
    parâmetro para sinais fracos
    el
    παράμετρος ασθενούς σήματος
  • electronics and electrical engineering / earth sciences
    fusível de intensidade fraca
    el
    ασφάλεια μικρής έντασης
Download IATE, European Union, 2023
Partilhar
  • partilhar whatsapp
Como referenciar
Porto Editora – fraco no Dicionário infopédia de Português - Grego [em linha]. Porto: Porto Editora. [consult. 2024-09-13 05:40:21]. Disponível em

Língua Gestual Portuguesa

ver a entrada fraco

thumbnail gesto
ver

Provérbios

  • A campo fraco, lavrador forte.
  • A corda arrebenta sempre pelo lado mais fraco.
  • As bebidas fortes fazem os homens fracos.
  • Bebidas fartas, homens fracos.
  • Do Norte se a chuva é grossa o vento é fraco.
  • Dos fracos não reza a História.
  • Fraca é a galinha que não esgravata para ela.
  • Fraca é a ovelha que não pode com a lã.
  • Fraco é o cão que não come a carne que lhe dão.
  • Fraco é o maio que não rompe uma palhoça.
  • Fraco é o padeiro que diz mal do seu pão.
  • Gado fraco, tudo são moscas.
  • Lenha de figueira, rija de fumo, fraca de madeira.
  • Não gastes cera com fraco defunto.
  • O bom pai ame-se e o fraco sopre-se.
  • Saudade é fraco remédio e doce engano.
ver+

Citações

  • "O trabalho apenas assusta as almas fracas."Luís XIV
palavras parecidas

Outros exemplos de uso

Os seguintes exemplos foram recolhidos da Base Terminológica da União Europeia (IATE) e não representam a opinião dos editores da infopedia.pt.
  • meteorology
    vento fraco
    el
    ασθενής άνεμος
  • industrial structures
    lixívia fraca / licor fraco / licor fraco diluído
    el
    απόνερα χαμηλής πυκνότητας
  • building and public works
    ponto fraco
    el
    ασθενής θέσις
  • ácido fraco
    el
    ασθενές οξύ
  • POLITICS / cooperation policy / international balance
    Estado fraco
    el
    εξασθενημένο κράτος
  • earth sciences / life sciences
    ressalto fraco
    el
    ασθενές άλμα
  • defence / SOCIAL QUESTIONS / international security
    pseudónimo fraco
    el
    ασθενές ψευδώνυμο
  • communications
    área com fraco tráfego postal
    el
    περιοχή περιορισμένης ταχυδρομικής κίνησης
  • ENERGY
    fraco teor em matéria volátil
    el
    χαμηλή περιεκτικότητα σε πτητικά συστατικά
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    peixe de fraco valor económico
    el
    ψάρι χαμηλής αξίας
  • beverage
    cerveja de fraco extrato primitivo
    el
    ελαφριά μπίρα, ζύθος ελαφρύς
  • land transport / TRANSPORT / technology and technical regulations
    ponto de suspensão de fraco atrito
    el
    άρθρωση με χαμηλό συντελεστή τριβής
  • medical science
    cigarro com fraco teor de alcatrão
    el
    τσιγάρο με χαμηλή περιεκτικότητα σε πίσσα
  • land transport
    ponto de suspensão de fraco atrito
    el
    άρθρωση με χαμηλό συντελεστή τριβής
  • chemistry
    a solução em água é um ácido fraco
    el
    το υδατικό διάλυμα είναι ασθενές οξύ
  • information technology and data processing
    método fraco de resolução de problemas
    el
    επίλυση προβλημάτων ανεξάρτητα από πεδίο, μέθοδος γενικής εφαρμογής, ισχνή μέθοδος επίλυσης προβλημάτων
  • ENERGY
    hulha com fraco teor em matérias voláteis
    el
    άνθρακας χαμηλής περιεκτικότητας σε πτητικά
  • ENVIRONMENT
    a hipersiderémia é compensada pelo fraco volume plasmático
    el
    ένας μικρός όγκος πλάσματος εξισσοροπεί την υπερβολική ποσότητα του σιδήρου στο αίμα
  • industrial structures / technology and technical regulations
    lã fraca
    el
    ευαίσθητο-αδύνατο μαλλί
  • industrial structures
    pele vazia / pele fraca
    el
    τζούφιο δέρμα
  • base fraca
    el
    ασθενής βάση
  • FINANCE
    moeda fraca
    el
    ασθενές νόμισμα
  • ECONOMICS
    fraca procura
    el
    εξασθένηση της ζήτησης, χαμηλή ζήτηση
  • electronics and electrical engineering
    soldadura fraca / brasagem fraca
    el
    μαλακή συγκόλληση
  • iron, steel and other metal industries / industrial structures
    impressão fraca / impressão pouco percetível
    el
    ασαφής αποτύπωση
  • information technology and data processing
    restrição fraca
    el
    ισχνός περιορισμός
  • electronics and electrical engineering
    correntes fracas
    el
    φωτορεύμα
  • electronics and electrical engineering / chemical compound
    água amoniacal fraca
    el
    πτωχό αμμωνιακό ύδωρ
  • iron, steel and other metal industries
    aço de baixa liga / aço fracamente ligado
    el
    χαλυβδορκάματα χαμηλών προσθετών
  • iron, steel and other metal industries
    junta de brasagem fraca
    el
    μαλακή συγκόλληση, μαλακή ένωση
  • electronics and electrical engineering / mechanical engineering
    motor de fraca potência
    el
    κινητήρας χαμηλής ισχύος
  • iron, steel and other metal industries
    aços fracamente ligados
    el
    ελαφρώς κεκραμένοι χάλυβες
  • earth sciences
    plasma de fraca pressão
    el
    πλάσμα χαμηλής πίεσης
  • electronics and electrical engineering
    ganho para sinais fracos
    el
    κέρδος ασθενούς σήματος
  • iron, steel and other metal industries
    lâmpada de brasagem fraca
    el
    λυχνία μαλακής συγκόλλησης
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    fraca propagação de chama
    el
    χαμηλή εξάπλωση φλόγας, περιορισμένη διάδοση φλόγας
  • ECONOMICS / social sciences
    classe de fracos recursos
    el
    οικονομικά αδύνατος
  • iron, steel and other metal industries
    vareta para brasagem fraca
    el
    βέργα συγκόλλησης
  • industrial structures
    mistura de fraca qualidade
    el
    μίγμα κακής ποιότητας
  • iron, steel and other metal industries
    lingote para brasagem fraca
    el
    χελώνα μαλακής συγκόλλησης
  • information technology and data processing
    sistema fracamente acoplado
    el
    σύστημα χαλαρής ζεύξης
  • electronics and electrical engineering
    parâmetro para sinais fracos
    el
    παράμετρος ασθενούς σήματος
  • electronics and electrical engineering / earth sciences
    fusível de intensidade fraca
    el
    ασφάλεια μικρής έντασης
Download IATE, European Union, 2023
Artigos
ver+
Partilhar
  • partilhar whatsapp
Como referenciar
Porto Editora – fraco no Dicionário infopédia de Português - Grego [em linha]. Porto: Porto Editora. [consult. 2024-09-13 05:40:21]. Disponível em
Bom Português

hilaridade ou hilariedade?

ver mais

à última hora ou à última da hora?

ver mais

tiles ou tis?

ver mais

à parte ou aparte?

ver mais

gratuito ou gratuíto?

ver mais