hilaridade ou hilariedade?

ver mais

à última hora ou à última da hora?

ver mais

tiles ou tis?

ver mais

à parte ou aparte?

ver mais

gratuito ou gratuíto?

ver mais

favoritos
a.brir separador fonéticaɐˈbrir

conjugação

verbo transitivo
ανοίγω
abrir a porta
ανοίγω την πόρτα
abrir as asas
ανοίγω τα φτερά μου
abrir conta bancária
ανοίγω τραπεζικό λογαριασμό
abrir orifícios numa chapa metálica
ανοίγω οπές σε μεταλλικό έλασμα
abrir os planos dum edifício
ανοίγω τα σχέδια ενός κτιρίου
abrir trincheiras
ανοίγω χαρακώματα
abrir uma carta
ανοίγω μια επιστολή
abrir uma carteira
ανοίγω ένα πορτοφόλι
abrir uma encomenda
ανοίγω ένα δέμα
abrir uma garrafa de champanhe
ανοίγω ένα μπουκάλι σαμπάνια
abrir uma gaveta
ανοίγω ένα συρτάρι
abrir uma lata de sardinhas com um abre-latas
ανοίγω ένα κουτί σαρδέλες μ' ένα ανοιχτήρι
abrir uma loja
ανοίγω ένα μαγαζί
abrir um armário
ανοίγω μια ντουλάπα
abrir uma sessão
ανοίγω μια συνεδρίαση
abrir uma torneira
ανοίγω μια βρύση
abrir um cortinado
ανοίγω τις κουρτίνες
abrir um ficheiro
INFORMÁTICA ανοίγω ένα αρχείο
abrir um poço
ανοίγω ένα πηγάδι
abrir um testamento
ανοίγω μια διαθήκη
abrir um túnel
ανοίγω μια σήραγγα
abriu o jornal nas páginas centrais
άνοιξε την εφημερίδα στις κεντρικές σελίδες
conseguiu abrir a janela emperrada
κατάφερε να ανοίξει το φρακαρισμένο παράθυρο
mal chega a casa, abre a televisão
μόλις φτάνει σπίτι, ανοίγει την τηλεόραση
não abras a luz
μην ανοίξεις το φως
verbo intransitivo
1.
ανοίγω
a porta abre automaticamente
η πόρτα ανοίγει αυτόματα
esta loja abriu há pouco tempo
αυτό το μαγαζί άνοιξε πριν λίγο καιρό
este chapéu de chuva custa a abrir
αυτή η ομπρέλα ανοίγει δύσκολα
o novo mercado abriu ontem
η νέα αγορά άνοιξε χτες
os rebentos abrem a pouco e pouco
τα μπουμπούκια ανοίγουν σιγά-σιγά
2.
ανοίγω, ξεκινώ
as aulas abrem amanhã
τα μαθήματα ξεκινούν αύριο
3.
βγάζω [para, σε], βλέπω [para, σε]
porta que abre para um pátio interior
πόρτα που βγάζει σε μια εσωτερική αυλή
4.
(condições atmosféricas) ανοίγω, καθαρίζω
o tempo está a abrir
ο καιρός καθαρίζει
abrir a boca
χασμουριέμαι
abrir a boca de cansaço
χασμουριέμαι από την κούραση
abrir a cabeça
ανοίγω το κεφάλι μου, ραγίζω το κεφάλι μου
abrir caminho
ανοίγω δρόμο
abrir falência
κηρύσσω πτώχευση
abrir fogo
ανοίγω πυρ, αρχίζω να πυροβολώ
abrir mão de (alguma coisa)
απαρνούμαι (κάτι)
abrir mão de um privilégio
απαρνούμαι ένα προνόμιο
abrir o apetite
ανοίγω την όρεξη
abrir o coração (a alguém)
ανοίγω την καρδιά μου (με κάποιον)
abrir os cordões à bolsa
ξοδεύομαι
abrir os olhos
ανοίγω τα μάτια
abrir um negócio
ανοίγω μια επιχείρηση
não abrir a boca
δεν βγάζω τσιμουδιά
num abrir e fechar de olhos
στο άψε-σβήσε
sem abrir a boca
χωρίς κιχ

Outros exemplos de uso

Os seguintes exemplos foram recolhidos da Base Terminológica da União Europeia (IATE) e não representam a opinião dos editores da infopedia.pt.
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    sangria / abrir / lagar
    el
    μετάγγιση
  • electronics and electrical engineering
    abrir / disparar
    el
    το αποσυνδέειν, το αποζεύγνειν
  • electronics and electrical engineering
    abrir à mão
    el
    το αποσυνδέειν χειροκινήτως, το αποζεύγνειν χειροκινήτως
  • means of agricultural production / land transport / mechanical engineering
    teto de abrir
    el
    ολισθαίνουσα οροφή
  • land transport / industrial structures / TRANSPORT
    abrir fendido
    el
    αυλακώνω
  • communications / land transport / TRANSPORT
    abrir o sinal
    el
    βάζω το σήμα σε θέση "ανοικτό", διευθετώ το σήμα σε θέση "ελεύθερη γραμμή"
  • iron, steel and other metal industries / industrial structures
    pinça de abrir / tábua de abrir
    el
    ανοικτήρι
  • EUROPEAN UNION / FINANCE
    abrir uma conta
    el
    ανοίγω λογαριασμό
  • insurance
    conferir um direito / abrir um direito
    el
    δημιουργώ δικαίωμα
  • Procedural law
    iniciar a instrução / abrir a instrução
    el
    διεξαγωγή αποδείξεων
  • electronics and electrical engineering
    abrir um circuito
    el
    ανοίγω κύκλωμα
  • mechanical engineering
    para-brisas de abrir
    el
    ανοιγόμενο παρμπρίζ, ανοιγόμενος ανεμοφράκτης
  • mechanical engineering / building and public works
    botão de abrir portas
    el
    κομβίο για το άνοιγμα της πόρτας
  • land transport / TRANSPORT
    vagão de teto de abrir
    el
    όχημα με στέγη κινητή
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    relha para abrir regos
    el
    υνί αυλακωτήρα, αυλακωτήρας
  • building and public works / TRANSPORT
    máquina de abrir túneis / toupeira / máquina de perfurar túneis / perfuradora de galerias / tuneladora
    el
    μηχάνημα διάνοιξης σηράγγων
  • industrial structures
    passar as fibras pelo abridor / abrir e limpar as fibras
    el
    ανοίγω
  • land transport / TRANSPORT / technology and technical regulations
    veículo com teto de abrir
    el
    όχημα με ανοιγόμενη ή αφαιρούμενη οροφή, όχημα με ανοιγόμενη ή αφαιρέσιμη οροφή
  • land transport
    veículo com teto de abrir
    el
    όχημα με ανοιγόμενη ή αφαιρέσιμη οροφή, όχημα με ανοιγόμενη ή αφαιρούμενη οροφή
  • industrial structures
    máquina de abrir fendidos
    el
    μηχανή για αυλακώσεις, χαρακτική μηχανή
  • iron, steel and other metal industries / industrial structures
    lapidação em bruto / lapidação com roda de abrir
    el
    ξεχόνδρισμα
  • mechanical engineering
    ferramenta para abrir roscas
    el
    εργαλείο συρματοποίησης
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    evisceração sem abrir o abdómen
    el
    εξύφανση
  • iron, steel and other metal industries / industrial structures
    máquina de abrir e fechar moldes
    el
    μηχανισμός φορμαρίσματος
  • mechanical engineering
    fresa retilínea para abrir ranhuras
    el
    φρέζα για νευρώσεις
  • industrial structures / technology and technical regulations
    máquina de abrir tecidos de malha em manga
    el
    μηχανή ανοίγματος σωληνωτών πλεκτών
  • manipular e abrir o recipiente com prudência / S18
    el
    χειριστείτε και ανοίξτε το δοχείο προσεκτικά, Σ18
Download IATE, European Union, 2023
Partilhar
  • partilhar whatsapp
Como referenciar
Porto Editora – abrir no Dicionário infopédia de Português - Grego [em linha]. Porto: Porto Editora. [consult. 2024-12-02 21:00:35]. Disponível em

Língua Gestual Portuguesa

ver a entrada abrir

thumbnail gesto
ver

Provérbios

  • À amizade firme sempre portas abertas.
  • Abre o poço, antes que tenhas sede.
  • Abre um olho para vender e dois para comprar.
  • Boa mostarda é a fome que abre o apetite.
  • Boca aberta, entra mosca ou sai asneira.
  • Boca aberta, ou sono ou fome certa.
  • Buraco aberto chama ladrão.
  • Deus fecha uma porta e abre um cento.
  • Dormir de janela aberta, constipação quase certa.
  • Em abril abre a porta à vaca e deixa-a ir.
  • Em frente da arca aberta peca o justo.
  • Gaiola aberta, pássaro morto.
  • Lisonjas ouvir, orelhas abrir.
  • Porta aberta tenta um santo.
  • Quando a companhia não é certa, uma vista fechada e outra aberta.
  • Quem dorme com os olhos abertos, não tem amores certos.
  • Quem tem doença, abra a bolsa e tenha paciência.
  • Rego aberto, meia jeira é.
ver+
palavras parecidas

Outros exemplos de uso

Os seguintes exemplos foram recolhidos da Base Terminológica da União Europeia (IATE) e não representam a opinião dos editores da infopedia.pt.
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    sangria / abrir / lagar
    el
    μετάγγιση
  • electronics and electrical engineering
    abrir / disparar
    el
    το αποσυνδέειν, το αποζεύγνειν
  • electronics and electrical engineering
    abrir à mão
    el
    το αποσυνδέειν χειροκινήτως, το αποζεύγνειν χειροκινήτως
  • means of agricultural production / land transport / mechanical engineering
    teto de abrir
    el
    ολισθαίνουσα οροφή
  • land transport / industrial structures / TRANSPORT
    abrir fendido
    el
    αυλακώνω
  • communications / land transport / TRANSPORT
    abrir o sinal
    el
    βάζω το σήμα σε θέση "ανοικτό", διευθετώ το σήμα σε θέση "ελεύθερη γραμμή"
  • iron, steel and other metal industries / industrial structures
    pinça de abrir / tábua de abrir
    el
    ανοικτήρι
  • EUROPEAN UNION / FINANCE
    abrir uma conta
    el
    ανοίγω λογαριασμό
  • insurance
    conferir um direito / abrir um direito
    el
    δημιουργώ δικαίωμα
  • Procedural law
    iniciar a instrução / abrir a instrução
    el
    διεξαγωγή αποδείξεων
  • electronics and electrical engineering
    abrir um circuito
    el
    ανοίγω κύκλωμα
  • mechanical engineering
    para-brisas de abrir
    el
    ανοιγόμενο παρμπρίζ, ανοιγόμενος ανεμοφράκτης
  • mechanical engineering / building and public works
    botão de abrir portas
    el
    κομβίο για το άνοιγμα της πόρτας
  • land transport / TRANSPORT
    vagão de teto de abrir
    el
    όχημα με στέγη κινητή
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    relha para abrir regos
    el
    υνί αυλακωτήρα, αυλακωτήρας
  • building and public works / TRANSPORT
    máquina de abrir túneis / toupeira / máquina de perfurar túneis / perfuradora de galerias / tuneladora
    el
    μηχάνημα διάνοιξης σηράγγων
  • industrial structures
    passar as fibras pelo abridor / abrir e limpar as fibras
    el
    ανοίγω
  • land transport / TRANSPORT / technology and technical regulations
    veículo com teto de abrir
    el
    όχημα με ανοιγόμενη ή αφαιρούμενη οροφή, όχημα με ανοιγόμενη ή αφαιρέσιμη οροφή
  • land transport
    veículo com teto de abrir
    el
    όχημα με ανοιγόμενη ή αφαιρέσιμη οροφή, όχημα με ανοιγόμενη ή αφαιρούμενη οροφή
  • industrial structures
    máquina de abrir fendidos
    el
    μηχανή για αυλακώσεις, χαρακτική μηχανή
  • iron, steel and other metal industries / industrial structures
    lapidação em bruto / lapidação com roda de abrir
    el
    ξεχόνδρισμα
  • mechanical engineering
    ferramenta para abrir roscas
    el
    εργαλείο συρματοποίησης
  • AGRICULTURE, FORESTRY AND FISHERIES
    evisceração sem abrir o abdómen
    el
    εξύφανση
  • iron, steel and other metal industries / industrial structures
    máquina de abrir e fechar moldes
    el
    μηχανισμός φορμαρίσματος
  • mechanical engineering
    fresa retilínea para abrir ranhuras
    el
    φρέζα για νευρώσεις
  • industrial structures / technology and technical regulations
    máquina de abrir tecidos de malha em manga
    el
    μηχανή ανοίγματος σωληνωτών πλεκτών
  • manipular e abrir o recipiente com prudência / S18
    el
    χειριστείτε και ανοίξτε το δοχείο προσεκτικά, Σ18
Download IATE, European Union, 2023
Artigos
ver+
Partilhar
  • partilhar whatsapp
Como referenciar
Porto Editora – abrir no Dicionário infopédia de Português - Grego [em linha]. Porto: Porto Editora. [consult. 2024-12-02 21:00:35]. Disponível em

hilaridade ou hilariedade?

ver mais

à última hora ou à última da hora?

ver mais

tiles ou tis?

ver mais

à parte ou aparte?

ver mais

gratuito ou gratuíto?

ver mais